17.1.13

And 'tis my faith that every flower Enjoys the air it breathes.

Ξύπνησα μετά από κάμποσες ώρες ύπνου. Σκεφτόμουν τα όνειρα που έβλεπα πριν γίνουν όλα αυτά. Σαν να το ΄ξερα, σαν να το ήθελα. Τώρα δεν ξέρω τι θέλω. Και ξέρω πως αν ήξερα, δεν θα είχε κανένα νόημα.


Είναι που νιώθω και άβολα εδώ με τα υπόλοιπα. Δεν ξέρω αν πρέπει να σε αποφύγω ή να σου μιλήσω γιατί σε λυπάμαι λίγο. Ή και γιατί ακόμη νομίζω ότι μπορείς να αλλάξεις. Τζίφος.





Συνεχίζει να πεθαίνει κόσμος. Αυτή τη φορά δεν ήταν συγγενής, αλλά μια γυναίκα που από μικρή μου θύμιζε σταρ του παλιού κινηματογράφου. Πανέμορφη, κομψό ντύσιμο, ευγενική συμπεριφορά, μεγαλοπρεπής εικόνα. Χήρα από τα τριαντατόσα της, ακόμη ερωτευμένη με τον άντρα της. Μου φερόταν κάθε φορά σαν να ΄μαι πριγκίπισσα, ακόμη και όταν μεγάλωσα. Την βρήκαν ξαπλωμένη με μια ζέρμπερα στο χέρι.




Αναρωτιέμαι.




Έχει και περίεργο καιρό σήμερα στο νησί. Σαν να ΄ναι ηλιόλουστα και συννεφιασμένα μαζί. Περίεργο πράγμα. Όπως και άλλα που θα ήθελα να σου πω, αλλά έχουμε πει τόσα που δεν νομίζω πως καταλαβαινόμαστε πια.


Σκέφτομαι να πάω Αθήνα για λίγο. Περισσότερο από ανάγκη, αλλά δεν ξέρω αν χρειάζεται. Ίσως είναι καλύτερα να συνηθίσω εδώ.

2 σχόλια:

  1. Βγαίνει μελαγχολία από αυτά που γράφεις... Αν είναι να νιώσεις καλύτερα, να πεταχτείς Αθήνα, διαφορετικά άραξε και χαλάρωσε (ξέρω, μια κουβέντα είναι, αλλά γίνεται!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή